72. Πιστεύει κανείς στον Θεό μόνο για τη γαλήνη και τις ευλογίες;
Όταν ήμουν έξι ετών, η μαμά μου ανακάλυψε ότι ο πατέρας μου είχε εξωσυζυγική σχέση και ανέπτυξε ψυχική νόσο εξαιτίας του συναισθηματικού σοκ που υπέστη. Δύο χρόνια αργότερα, ο πατέρας μου αρρώστησε και πέθανε, κι εμείς μείναμε αδέκαρες από τα ιατρικά έξοδα και τα έξοδα της κηδείας. Κι όμως, ο θείος μου κι η θεία μου απ’ την πλευρά του πατέρα μου δεν έβλεπαν τον λόγο να βοηθήσουν τη χήρα και το παιδί του αδερφού τους. Η μητέρα μου κι εγώ εκτεθήκαμε σε πολύ εκφοβισμό και ψυχρότητα, ενώ υποφέραμε πολύ στη ζωή μας. Στο μεταξύ, η μητέρα μου είχε ήδη αρχίσει να πιστεύει στον Θεό και μου έλεγε συχνά: «Αν δεν πιστεύουμε στον Θεό, δεν θα αντέξουμε πολύ σε αυτόν τον κόσμο». Έλεγε, επίσης, ότι η ψυχική νόσος της εξαφανίστηκε αφότου άρχισε να πιστεύει στον Θεό. Το αποτέλεσμα ήταν να αποκτήσω μεγάλη ευγνωμοσύνη απέναντι στον Θεό. Όταν με εξοστράκιζαν και με εκφόβιζαν οι συμμαθητές μου, εγώ προσευχόμουν ήσυχα στον Θεό. Προς έκπληξή μου, μετά από αυτό, μια συμμαθήτρια με την οποία δεν τα πήγαινα καλά στο παρελθόν άρχισε να με βοηθάει με δική της πρωτοβουλία και δεν άφηνε τους άλλους να με εκφοβίζουν. Εκείνο το διάστημα, η νεαρή ψυχή μου ένιωθε πως ήταν πραγματικά καλό να πιστεύω στον Θεό και πως ο Θεός ήταν το στήριγμά μου κάθε φορά που Τον χρειαζόμουν, ενώ ήθελα να δαπανήσω τον εαυτό μου για τον Θεό και να κάνω ένα καθήκον όπως η μαμά μου όταν μεγάλωνα. Όταν πήγα στο λύκειο, άρχισα να πηγαίνω επίσημα στις συναθροίσεις. Κάποιες φορές, ζητούσα άδεια απ’ το μάθημα για να πάω στις συναθροίσεις, ακόμα κι αν αυτό σήμαινε ότι θα έμενα πίσω στα μαθήματα. Ήμουν πάντοτε φιλάσθενη και ζαλιζόμουν, ενώ χρειαζόμουν συχνά ενέσεις και φάρμακα. Αφού, όμως, πίστεψα στον Θεό, άρχισα να βελτιώνομαι. Έτσι βίωσα ακόμα βαθύτερα τη χάρη και την προστασία του Θεού. Μια φορά, στη διάρκεια μιας συνάθροισης, όταν άκουσα τους αδελφούς και τις αδελφές να λένε ότι τώρα ήταν η κρίσιμη ώρα για να κάνει κάποιος καθήκοντα, τότε σκέφτηκα μέσα μου: «Είμαι πράγματι τυχερή που έζησα τον καιρό που ενσαρκώθηκε ο Θεός, εκφράζει την αλήθεια και σώζει την ανθρωπότητα. Πρέπει να αρπάξω αυτήν την ευκαιρία για να κάνω πράξη την πίστη μου και να κάνω το καθήκον μου σωστά». Εκείνο το διάστημα, αποφάσισα χωρίς δισταγμό να αφήσω το λύκειο μεγάλου κύρους στο οποίο πήγαινα, και άρχισα να κάνω το καθήκον μου με τους αδελφούς και τις αδελφές μου. Θεωρούσα πως, εφόσον έκανα σωστά πράξη την πίστη μου και εκτελούσα με ενθουσιασμό το καθήκον μου, ο Θεός θα μου έδινε σίγουρα χάρη και θα φρόντιζε να μου πάνε όλα καλά και απρόσκοπτα. Από τότε και στο εξής, πήγαινα στις συναθροίσεις και εκτελούσα το καθήκον μου βρέξει χιονίσει. Τον χειμώνα, δεν υπήρχε απευθείας λεωφορείο προς το μέρος όπου πότιζα τους νεοφερμένους, κι έτσι έκανα ποδήλατο για ώρες μέχρι να φτάσω εκεί. Το σώμα μου υπέφερε πράγματι σε έναν βαθμό, αλλά θεωρούσα πως όλα τα βάσανα άξιζαν τον κόπο, αρκεί να έπαιρνα τη φροντίδα και τις ευλογίες του Θεού.
Τον Απρίλιο του 2020, εκτελούσα το καθήκον μου μακριά από το σπίτι. Ένα μεσημέρι, ένιωσα ξαφνικά την καρδιά μου να χτυπά γρήγορα και δυνατά, είχα τέτοιο βάρος στο στήθος που δεν μπορούσα να πάρω ανάσα, ενώ άρχισα να τρέμω και ένιωθα αδύναμη. Μετά βίας μπορούσα να κρατήσω τα ξυλάκια με τα οποία έτρωγα μεσημεριανό. Ένιωθα άβολα, αλλά δεν ανησυχούσα. Σκέφτηκα: «Έχω διαρκώς καρδιακά προβλήματα από μικρή ηλικία. Έχω αίσθημα παλμών όταν κουράζομαι, αλλά δεν είναι ποτέ κάτι σοβαρό, άρα, ούτε κι αυτήν τη φορά θα είναι. Επιπλέον, ο Θεός είναι παντοδύναμος, και το σώμα κι η υγεία μου είναι στα χέρια Του. Εφόσον παραμείνω σταθερή στο καθήκον μου, ο Θεός σίγουρα θα με προστατεύσει και θα φροντίσει να μη μου συμβεί τίποτα». Εκείνο το βράδυ, ένιωσα λίγο καλύτερα. Τις επόμενες μέρες, προσευχόμουν στον Θεό και άφησα την ασθένειά μου στα χέρια Του. Είχα αίσθημα παλμών κι ένιωθα κόπωση αν μιλούσα υπερβολικά, αλλά μπορούσα ακόμα να τρώω και να πίνω τακτικά τα λόγια του Θεού, ενώ συνέχιζα να κάνω το καθήκον μου. Θεωρούσα πως ο Θεός μάλλον με δοκίμαζε με αυτήν την κατάσταση και, εφόσον εκτελούσα περισσότερο το καθήκον μου, ο Θεός θα με αντιμετώπιζε με χάρη και σιγά-σιγά θα βελτιωνόμουν. Προς έκπληξή μου, όμως, έπαθα σύντομα κι άλλο επεισόδιο. Έτρωγα το βραδινό μου όταν, εντελώς ξαφνικά, άρχισα να νιώθω παλμούς, τα χέρια μου άρχισαν να τρέμουν και δεν μπορούσα να πιάσω το φαγητό με τα ξυλάκια μου. Σύντομα, άρχισα να τρέμω ολόκληρη και η καρδιά μου χτυπούσε συνεχώς σαν τρελή. Το πρόσωπό μου κοκκίνισε, τα χέρια και τα πόδια μου κρύωσαν και μούδιασαν, ενώ έτρεμα ανεξέλεγκτα. Άρχισε να μου κόβεται η ανάσα κι ένιωθα να πνίγομαι όπως δεν είχα νιώσει ποτέ ξανά. Με γέμισε τρόμος πως δεν θα μπορούσα να πάρω ανάσα, κι έτσι προσευχόμουν συνεχώς στον Θεό, λέγοντας: «Θεέ μου, δεν θέλω να πεθάνω ακόμα, Σε παρακαλώ, σώσε με». Μια αδελφή άρχισε να πιέζει ένα σημείο βελονισμού που χρησιμοποιείται σε επείγοντα περιστατικά και μου έδωσε κι ένα δραστικό φάρμακο. Μετά από δέκα λεπτά περίπου, σταμάτησαν οι σπασμοί, αλλά ένιωθα απίστευτη αδυναμία και δυσκολευόμουν πάρα πολύ να μιλήσω. Η αδελφή με πήγε στο νοσοκομείο για εξετάσεις και ο γιατρός μού είπε ότι έπασχα από συγγενή καρδιοπάθεια. Καθώς μεγάλωνα, συγκεντρώνονταν βλαβερές ουσίες στο αίμα μου και τα αιμοφόρα αγγεία μου έφραζαν όλο και περισσότερο, οπότε η καρδιά μου θα πάσχιζε να αντλήσει αρκετό αίμα κι η κατάστασή μου θα γινόταν όλο και πιο σοβαρή. Δεν υπήρχε φάρμακο για την πάθησή μου, ενώ το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να παίρνω συγκεκριμένα φάρμακα για το αίμα της καρδιάς και να ξεκουράζομαι περισσότερο. Αν δεν συνέβαιναν περαιτέρω επεισόδια, θα ήμουν εντάξει, αν, όμως, εμφάνιζα υποτροπή, τα πράγματα μπορεί να γίνονταν πολύ άσχημα. Αν εμφάνιζα συχνά υποτροπές, η κατάστασή μου θα ήταν πολύ άσχημη και, στο χειρότερο σενάριο, μπορεί να χρειαζόμουν επέμβαση. Δεν μπορούσα να συγκρατήσω την ανησυχία μου και σκεφτόμουν: «Εδώ και καιρό, κάνω το καθήκον μου με συνέπεια κι ενθουσιασμό, γιατί, λοιπόν, δεν με προστατεύει ο Θεός; Γιατί χειροτέρεψε η κατάστασή μου;» Προσευχήθηκα σιωπηλά στον Θεό: «Θεέ μου, είσαι παντοδύναμος κι η υγεία μου είναι στα χέρια Σου. Δεν ζητώ να γίνω σαν κανονικός, υγιής άνθρωπος και δεν με νοιάζει αν είμαι λίγο πιο αδύναμη, αρκεί να μην εμφανίσω υποτροπή και να μπορέσω σιγά-σιγά να αναρρώσω. Το σώμα μου δεν μπορεί με τίποτα να αντέξει όλες αυτές τις υποτροπές. Αν πράγματι κατέρρεε η υγεία μου, τι θα έκανα τότε;» Μετά από αυτό, παρότι έπαιρνα φάρμακα, ανησυχούσα διαρκώς μήπως πάθω άλλο επεισόδιο και προσευχόμουν καθημερινά στον Θεό για την υγεία μου. Ωστόσο, συνέχισα να έχω συχνά καρδιακά προβλήματα. Ήμουν εντάξει για λίγες μέρες κι έπειτα, ξαφνικά, πάθαινα κι άλλο επεισόδιο, μετά το οποίο ένιωθα μεγάλη αδυναμία. Βλέποντας την κλονισμένη υγεία μου, η εκκλησία με έστειλε σπίτι να ξεκουραστώ και να κάνω όποιο καθήκον μπορούσα.
Ενώ βρισκόμουν σπίτι, η υγεία μου δεν βελτιώθηκε παρότι έπαιρνα φάρμακα. Συνέχισα να έχω αίσθημα παλμών και μούδιασμα στα χέρια μου, μαζί με σπασμούς και δύσπνοια. Είχα τόσο βάρος στο στήθος, που ένιωθα ότι θα πάθαινα ασφυξία. Το δραστικό φάρμακο που είχα ανακούφιζε προσωρινά τα συμπτώματα, αλλά εκείνα επέστρεφαν πάντα. Όσο ήμουν άρρωστη, ακόμα και το να γυρίζω στο κρεβάτι με εξαντλούσε τόσο πολύ που είχα αίσθημα παλμών. Περνούσα τη μισή μου μέρα ή και περισσότερο στο κρεβάτι. Ένιωθα πολύ απομονωμένη κι αβοήθητη. Τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι, ασταμάτητα, ενώ παράπονα και παρανοήσεις έμπαιναν ύπουλα στο μυαλό μου. Δεν είχα ξαναδεί άλλον άνθρωπο με τόσο συχνά καρδιακά επεισόδια. Ήμουν ήδη πολύ αδύναμη. Αν συνεχιζόταν αυτό, δεν θα ήμουν ξοφλημένη; Η οικογένειά μου δεν είχε χρήματα να πληρώσει την επέμβαση, πώς, λοιπόν, θα συνέχιζα να αντέχω; Ήμουν μόλις λίγο πάνω από 20 ετών, και θα έπρεπε να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου με συνεχείς υποτροπές, ουσιαστικά ανάπηρη; Ίσως μια μέρα να κατέρρεα και να πέθαινα. «Θεέ μου, αυτά τα χρόνια, εγκατέλειψα την εκπαίδευση και θυσίασα τα νιάτα μου για να Σε ακολουθήσω. Δεν έχω ζητήσει τίποτα άλλο. Το μόνο που επιθυμώ είναι να με κρατήσεις σώα και αβλαβή. Γιατί, λοιπόν, χειροτέρεψε η κατάστασή μου; Ακόμα και αφότου αρρώστησα, συνέχισα να κάνω το καθήκον μου. Γιατί δεν με προστάτευσες; Πότε επιτέλους θα βελτιωθεί η κατάστασή μου;» Όσο περισσότερο το σκεφτόμουν, τόσο πιο αδικημένη και λυπημένη ένιωθα, ενώ συχνά έπεφτα στο κρεβάτι κι έκλαιγα. Αγόραζα συχνά φάρμακα που άκουγα πως ήταν ευεργετικά για την καρδιοπάθεια. Από φόβο ότι η Δυτική ιατρική θα έβλαπτε το σώμα μου, συμβουλεύτηκα έναν γιατρό της παραδοσιακής κινεζικής ιατρικής. Αφότου, όμως, πήρα βότανα για ένα διάστημα, συνέχισα να μη βελτιώνομαι. Βούλιαζα συχνά στην αρνητικότητα. Κάποιοι αδελφοί και αδελφές που έβλεπαν τι περνούσα συναναστρέφονταν μαζί μου πάνω στην πρόθεση του Θεού, λέγοντάς μου ότι έπρεπε να μάθω απ’ αυτήν την κατάσταση και να αναζητήσω την αλήθεια για να απαλλαγώ απ’ τη διεφθαρμένη διάθεσή μου. Κάποιοι έβρισκαν και βίντεο με βιωματικές μαρτυρίες σχετικές με ασθένειες για να τα μοιραστούν μαζί μου. Αυτό είχε κάποιον αντίκτυπο πάνω μου: Δεν είχα αναζητήσει την πρόθεση του Θεού στην ασθένειά μου, ενώ είχα μόλις παραπονεθεί αντί να κερδίσω την αλήθεια. Πού ήταν η μαρτυρία μου; Έπρεπε να σταματήσω να είμαι τόσο εξαχρειωμένη και να αρχίσω να αναζητώ την αλήθεια για να λύσω τα προβλήματά μου. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, προσευχήθηκα στον Θεό, λέγοντας: «Παντοδύναμε Θεέ, κατανοώ θεωρητικά ότι πίσω απ’ την ασθένειά μου βρίσκονται οι καλές προθέσεις Σου και ότι όλα όσα κάνεις είναι καλά. Οι συνεχείς υποτροπές, όμως, κάνουν στ’ αλήθεια τη σάρκα μου να υποφέρει πολύ. Στενοχωριέμαι πολύ και νιώθω αρνητική. Θεέ μου, ξέρω ότι βρίσκομαι σε κακή κατάσταση και είμαι διατεθειμένη να στραφώ προς Εσένα και να σταματήσω να είμαι τόσο αρνητική. Σε παρακαλώ, διαφώτισέ με και καθοδήγησέ με να κατανοήσω αληθινά τον εαυτό μου και λύτρωσέ με απ’ αυτήν την αρνητική κατάσταση».
Μετά από αυτό, άρχισα να ψάχνω εδάφια απ’ τα λόγια του Θεού που να σχετίζονται με την κατάστασή μου. Μια μέρα, συνάντησα αυτό το εδάφιο: «“Πίστη στον Θεό” σημαίνει να πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός. Αυτή είναι η πιο απλή έννοια όσον αφορά το να πιστεύει κανείς στον Θεό. Ωστόσο, το να πιστεύεις ότι υπάρχει Θεός δεν είναι το ίδιο με το να πιστεύεις πραγματικά στον Θεό. Είναι περισσότερο κάποιο είδος απλής πίστης με ισχυρές θρησκευτικές αποχρώσεις. Πραγματική πίστη στον Θεό σημαίνει το εξής: Με βάση την πεποίθηση ότι ο Θεός είναι ο κυρίαρχος των πάντων, βιώνει κανείς τα λόγια Του και το έργο Του, καθαρίζει τη δική του διεφθαρμένη διάθεση, ικανοποιεί τις προθέσεις του Θεού και μπορεί να γνωρίσει τον Θεό. Μόνο μια τέτοια πορεία μπορεί να αποκληθεί “πίστη στον Θεό”. Ωστόσο, συχνά οι άνθρωποι θεωρούν την πίστη στον Θεό ως ένα πολύ απλό και επιπόλαιο θέμα. Οι άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό κατ’ αυτόν τον τρόπο, έχουν χάσει αυτό που σημαίνει πίστη στον Θεό, και παρόλο που μπορεί να συνεχίσουν να πιστεύουν μέχρι τέλους, δεν θα λάβουν ποτέ την έγκριση του Θεού, επειδή βαδίζουν στο λανθασμένο μονοπάτι. Υπάρχουν ακόμα σήμερα αυτοί που πιστεύουν στον Θεό σύμφωνα με λόγια και κούφια δόγματα. Δεν γνωρίζουν ότι τους λείπει η ουσία της πίστης στον Θεό κι ότι είναι αδύνατον να λάβουν την έγκριση του Θεού. Εξακολουθούν να προσεύχονται στον Θεό για ευλογίες, ώστε να είναι ασφαλείς και να λάβουν επαρκή χάρη. Ας σταματήσουμε, ας γαληνέψουμε την καρδιά μας και ας αναρωτηθούμε: Είναι πραγματικά δυνατόν η πίστη στον Θεό να είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο; Είναι δυνατόν η πίστη στον Θεό να μην σημαίνει τίποτα περισσότερο από το να λαμβάνει κανείς την άπλετη χάρη του Θεού; Είναι δυνατόν άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό χωρίς να Τον γνωρίζουν, ή πιστεύουν στον Θεό αλλά Του αντιτίθενται, να είναι σε θέση να εκπληρώσουν πραγματικά τις προθέσεις Του;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Πρόλογος). Ο Θεός ρωτά: «Είναι πραγματικά δυνατόν η πίστη στον Θεό να είναι το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο; Είναι δυνατόν η πίστη στον Θεό να μην σημαίνει τίποτα περισσότερο από το να λαμβάνει κανείς την άπλετη χάρη του Θεού; Είναι δυνατόν άνθρωποι που πιστεύουν στον Θεό χωρίς να Τον γνωρίζουν, ή πιστεύουν στον Θεό αλλά Του αντιτίθενται, να είναι σε θέση να εκπληρώσουν πραγματικά τις προθέσεις Του;» Κάθε ερώτηση του Θεού μού προκαλούσε μεγάλη ντροπή. Παρότι πίστευα στον Θεό για τόσο μεγάλο διάστημα, δεν είχα ιδέα τι σήμαινε αληθινή πίστη. Ο Θεός λέει ότι η αληθινή πίστη σημαίνει να βιώνει κάποιος το έργο και τα λόγια του Θεού, να υποταχθεί σε κάθε κατάσταση που παρουσιάζει ο Θεός και να αναζητήσει την αλήθεια και τις προθέσεις Του μέσα απ’ όλα αυτά, να κάνει αυτοκριτική πάνω στη διεφθαρμένη διάθεσή του και στις νοθείες που έχει η πίστη του, ώστε να κατανοήσει την αλήθεια, να γνωρίσει τον Θεό και να εισέλθει στην αλήθεια-πραγματικότητα. Μόνο αυτού του είδους η πίστη μπορεί να κερδίσει τον έπαινο του Θεού. Αν οι άνθρωποι επιθυμούν μόνο να αποκτήσουν χάρη και ευλογίες από τον Θεό, αλλά δεν αναζητούν τις προθέσεις του Θεού όταν έρχονται αντιμέτωποι με ανεπιθύμητες καταστάσεις και δεν βιώνουν τα λόγια και το έργο του Θεού, τότε αυτό είναι πίστη μόνο κατ’ όνομα, είναι θρησκευτική πίστη. Ο Θεός δεν αποδέχεται μια τέτοια πίστη. Ο Θεός κάνει το έργο της κρίσεως, της παίδευσης, της δοκιμασίας και του εξευγενισμού τις έσχατες ημέρες. Αν κάποιος βιώσει την κρίση από τα λόγια του Θεού, αν δοκιμαστεί απ’ τα διάφορα περιβάλλοντα που ενορχηστρώνει ο Θεός, αν αναζητήσει την αλήθεια και καταφέρει να αποκτήσει αυτογνωσία και να γνωρίσει τον Θεό μέσα απ’ όλα αυτά, τότε και μόνο τότε θα προοδεύσει στη ζωή του. Σκέφτηκα ότι κάποιοι αδελφοί και αδελφές ήταν πιο άρρωστοι από εμένα κι ότι τα νοσοκομεία είχαν φτάσει ακόμα και στο σημείο να χαρακτηρίσουν τις περιπτώσεις τους ανίατες, εκείνοι, όμως, αναζητούσαν ακόμα την αλήθεια μέσα απ’ την ασθένειά τους, αποκτούσαν γνώση της διαφθοράς τους, διόρθωναν τις λανθασμένες απόψεις τους για την πίστη στον Θεό και σημείωναν πρόοδο. Παρότι ισχυριζόμουν, όλα αυτά τα χρόνια, πως πίστευα στον Θεό και είχα συναναστραφεί συχνά με τους άλλους για την ανάγκη να βιώνει κανείς τα λόγια και το έργο του Θεού μέσα στην πίστη, όταν αρρώστησα εγώ η ίδια, δεν αναζήτησα την πρόθεση του Θεού, ενώ ζούσα σε μια αρνητική κατάσταση απ’ την οποία δεν μπορούσα να ξεφύγω. Αφότου αρρώστησα, λοιπόν, δεν κέρδισα καμία αλήθεια. Συνειδητοποίησα ότι δεν υπέφερα λόγω του περιβάλλοντος που είχε ενορχηστρώσει ο Θεός, αλλά επειδή δεν αναζητούσα την αλήθεια. Δεδομένου ότι πίστευα στον Θεό, έπρεπε να υποταχθώ, να αναζητήσω την αλήθεια μέσω της ασθένειάς μου και να μείνω σταθερή στη μαρτυρία μου για να ικανοποιήσω τον Θεό. Αυτήν τη λογική όφειλα να έχω. Όταν τα συνειδητοποίησα όλα αυτά, προσευχήθηκα στον Θεό, λέγοντας: «Ό,τι κι αν συμβεί με την ασθένειά μου, είμαι διατεθειμένη να υποταχθώ και να επικεντρωθώ στην αναζήτηση της αλήθειας για να επιλύσω τα προβλήματά μου».
Αργότερα, συνάντησα αυτό το εδάφιο απ’ τα λόγια του Θεού. «Από τον καιρό που πρωτοάρχισε ο άνθρωπος να πιστεύει στον Θεό, θεωρούσε τον Θεό ως το κέρας της Αμάλθειας, έναν ελβετικό σουγιά, και θεωρεί τον εαυτό του ως τον μεγαλύτερο πιστωτή του Θεού, λες και είναι έμφυτο δικαίωμα και υποχρέωσή του να προσπαθεί να πάρει ευλογίες και υποσχέσεις από τον Θεό, ενώ η ευθύνη του Θεού είναι να προστατεύει και να φροντίζει τον άνθρωπο και να τον στηρίζει. Αυτή είναι η βασική κατανόηση της “πίστης στον Θεό” όλων όσοι πιστεύουν στον Θεό, και αυτή είναι η βαθύτερή τους κατανόηση της έννοιας της πίστης στον Θεό. Από τη φύση-ουσία του ανθρώπου ως την υποκειμενική του επιδίωξη, δεν υπάρχει τίποτα που να σχετίζεται με τον σεβασμό του Θεού. Ο σκοπός που ο άνθρωπος πιστεύει στον Θεό δεν θα μπορούσε να έχει καμία σχέση με τη λατρεία του Θεού. Τουτέστιν, ο άνθρωπος δεν έχει ποτέ θεωρήσει ούτε κατανοήσει ότι η πίστη στον Θεό προϋποθέτει να σέβεται και να λατρεύει τον Θεό. Υπό το πρίσμα αυτών των συνθηκών, η ουσία του ανθρώπου είναι προφανής. Ποια είναι αυτή η ουσία; Είναι ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι κακόβουλη, καταχθόνια και δόλια, δεν αγαπάει τη δικαιοσύνη και την εντιμότητα και ό,τι είναι θετικό, και είναι τιποτένια και άπληστη. Η καρδιά του ανθρώπου δεν θα μπορούσε να είναι πιο κλειστή στον Θεό. Ο άνθρωπος δεν την έχει δώσει επ’ ουδενί στον Θεό. Ο Θεός δεν έχει δει ποτέ την αληθινή καρδιά του ανθρώπου, ούτε έχει γνωρίσει ποτέ την λατρεία του ανθρώπου. Ανεξάρτητα από το πόσο μεγάλο τίμημα πληρώνει ο Θεός ή πόσο έργο κάνει ή το πόσα παρέχει στον άνθρωπο, ο άνθρωπος δεν τα βλέπει και αδιαφορεί παντελώς γι’ αυτά. Ο άνθρωπος δεν έδωσε ποτέ την καρδιά του στον Θεό, θέλει απλώς να τη φροντίζει ο ίδιος, να παίρνει τις δικές του αποφάσεις —κάτι που υποδηλώνει ότι ο άνθρωπος δεν θέλει να ακολουθήσει την οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού ούτε θέλει να υποταχθεί στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού, κι ούτε θέλει να λατρεύει τον Θεό ως Θεό. Αυτή είναι η κατάσταση του ανθρώπου σήμερα. Τώρα, ας δούμε και πάλι τον Ιώβ. Κατ’ αρχάς, έκανε κάποια συμφωνία με τον Θεό; Έχει απώτερα κίνητρα με το να μένει σταθερός στην οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού; Εκείνη την εποχή, είχε μιλήσει ο Θεός σε οποιονδήποτε για το τέλος που θα ερχόταν; Εκείνη την εποχή, ο Θεός δεν είχε υποσχεθεί τίποτα σε κανέναν για το τέλος, και σ’ αυτό το πλαίσιο ήταν σε θέση ο Ιώβ να σέβεται τον Θεό και να αποφεύγει το κακό. Μπορούν οι σημερινοί άνθρωποι να συγκριθούν με τον Ιώβ; Υπάρχουν πάρα πολλές διαφορές· ανήκουν σε διαφορετικές κατηγορίες. Παρόλο που ο Ιώβ δεν γνώριζε πολλά για τον Θεό, είχε δώσει την καρδιά του στον Θεό και αυτή ανήκε στον Θεό. Δεν έκανε ποτέ συμφωνία με τον Θεό και δεν είχε εξωφρενικές επιθυμίες ή απαιτήσεις από τον Θεό. Αντιθέτως, πίστευε ότι “ο Ιεχωβά έδωκε και ο Ιεχωβά αφήρεσεν”. Αυτό ήταν αυτό που είχε δει και κατείχε επειδή έμενε πιστός στην οδό του σεβασμού για τον Θεό και της αποφυγής του κακού κατά τη διάρκεια της μακρόβιας ζωής του. Ομοίως, είχε επίσης κερδίσει το αποτέλεσμα που αντιπροσωπεύουν τα λόγια: “Τα αγαθά μόνον θέλομεν δεχθή εκ του Θεού, και τις αντιξοότητες δεν θέλομεν δεχθή;” Αυτές οι δύο προτάσεις ήταν αυτό που είχε δει και είχε γνωρίσει ως αποτέλεσμα της υποτακτικής στάσης του στον Θεό κατά τη διάρκεια της εμπειρίας της ζωή του, και ήταν επίσης τα ισχυρότερα όπλα του με τα οποία βγήκε θριαμβευτής κατά τη διάρκεια των πειρασμών του Σατανά, και ήταν το θεμέλιο της ακλόνητης στάσης του στη μαρτυρία του στον Θεό» («Ο Λόγος», τόμ. 2: «Σχετικά με το να γνωρίζει κανείς τον Θεό», Το έργο του Θεού, η διάθεση του Θεού και ο ίδιος ο Θεός Β΄). Ο Θεός εξέθετε πλήρως τις απόψεις των ανθρώπων όσον αφορά την πίστη. Οι άνθρωποι δεν αντιμετωπίζουν τον Θεό ως Θεό, αλλά ως κέρας της Αμάλθειας, ως ελβετικό σουγιά. Βλέπουν τον εαυτό τους ως τον μεγαλύτερο δανειστή του Θεού και προσπαθούν να Του αποσπάσουν χάρη με απληστία. Αυτού του είδους η πίστη είναι νοθευμένη και συναλλακτική, ενώ δεν έχει το παραμικρό ψήγμα ειλικρίνειας. Ο Θεός μίλησε ευθέως για την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν. Όταν η οικογένειά μου περνούσε κακουχίες και δεν είχε σε ποιον να απευθυνθεί, βίωσα τη χάρη και την προστασία του Θεού, κι έτσι θεωρούσα πως ο Θεός θα εξασφάλιζε στη μητέρα μου και σ’ εμένα μια γαλήνια, ξέγνοιαστη ζωή. Θεωρούσα πως η πίστη στον Θεό θα μου χάριζε πλήρη ανοσία απ’ τις κακουχίες σε όλη μου τη ζωή. Αν συνέβαινε κάτι, ο Θεός θα με προστάτευε και θα ήταν υπεύθυνος για την υγεία μου. Όλα αυτά τα χρόνια, είχα στο μυαλό μου αυτού του είδους τον ευσεβή πόθο κατά την επιδίωξή μου. Το κίνητρό μου για να απαρνηθώ τα πάντα και να κάνω το καθήκον μου ήταν να κερδίσω τη χάρη και τις ευλογίες του Θεού. Όταν αρρώστησα και ο Θεός δεν με γιάτρεψε, άλλαξα αμέσως. Σαν να είχε χαθεί η ελπίδα που έτρεφα τόσο καιρό. Άρχισα να λογομαχώ με τον Θεό για όσα είχα απαρνηθεί και δαπανήσει τα προηγούμενα χρόνια. Αμφισβητούσα τον λόγο που ο Θεός μού είχε φερθεί έτσι, ενώ δεν ήμουν καν διατεθειμένη να προσευχηθώ ούτε να διαβάσω τα λόγια Του. Ζούσα σε μια αρνητική και επαναστατική κατάσταση. Αυτά τα χρόνια, ο Θεός με είχε προστατεύσει, με είχε φροντίσει και μου είχε δώσει υλικές χάρες κι ευλογίες από οίκτο για το μικρό μου ανάστημα. Εγώ, όμως, δεν ήμουν καθόλου ευγνώμων, ίσα-ίσα έγινα πιο άπληστη. Δαπάνησα πολύ λίγο και μετά απαιτούσα από τον Θεό να με προστατεύσει για όλη μου τη ζωή και, όταν δεν το έκανε, θύμωσα μαζί Του. Πόσο ξεδιάντροπη και παράλογη ήμουν! Ο Ιώβ δεν είχε ποτέ του απαιτήσεις απ’ τον Θεό, είχε φόβο Θεού και απέφευγε το κακό σε οποιαδήποτε κατάσταση ή περιβάλλον. Όταν ο Θεός τον ευλογούσε, εκείνος Τον ευχαριστούσε, όταν, όμως, η κατάστασή του άλλαξε κι έχασε την περιουσία του, όταν σκοτώθηκαν τα παιδιά του και έβγαλε πληγές που τον πονούσαν, εκείνος συνέχισε να έχει πίστη και φόβο Θεού, ενώ δεν έκανε ποτέ ούτε ένα παράπονο στον Θεό. Μάλιστα δόξαζε το όνομα του Θεού. Όσο κι αν είχε αλλάξει η κατάστασή του, παρέμενε στη θέση του ως δημιούργημα και υποτασσόταν στον Θεό. Ο Ιώβ πίστευε πραγματικά στον Θεό. Η ανθρώπινη φύση του κι η λογική του με έκαναν να ντρέπομαι. Εγώ δεν είχα αληθινή πίστη στον Θεό, Τον αντιμετώπιζα απλώς σαν ελβετικό σουγιά. Ήθελα να με συνοδεύουν συνεχώς η χάρη και οι ευλογίες του Θεού. Δεν το πίστευα πόσο εγωίστρια είχα γίνει! Σκέφτηκα το πλήθος που είχε ταΐσει ο Κύριος Ιησούς με πέντε άρτους και δύο ψάρια την Εποχή της Χάριτος. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονταν για το κήρυγμά Του, ήθελαν απλώς να πάρουν χάρη, ευλογίες και οφέλη από Εκείνον. Ήταν απλώς καιροσκόποι και δύσπιστοι. Είδα ότι το άπληστο πρόσωπό μου ήταν σαν εκείνων που επιζητούσαν να φάνε εκ των άρτων· τρομερά άσχημο και απεχθές για τον Θεό. Αν συνέχιζα να πιστεύω με βάση τέτοιες απόψεις, δεν θα αποκτούσα ποτέ την αλήθεια ούτε τη σωτηρία, ακόμα κι αν πίστευα για όλη μου τη ζωή. Είδα ότι η ασθένειά μου ήταν η μεγαλύτερη χάρη που μου είχε δώσει ο Θεός. Αν δεν είχα αποκαλυφθεί μέσω της ασθένειάς μου, δεν θα είχα αναγνωρίσει πόσο ισχυρή ήταν η επιθυμία μου για ευλογίες, πόσο άπληστη και ποταπή ήμουν. Και τότε δεν θα υπήρχε καμία πιθανότητα να μεταμορφωθώ. Ο Θεός δεν με αντιμετώπισε με βάση τις ενέργειές μου, ίσα-ίσα με βοήθησε μέσω των αδελφών, ενώ με διαφώτισε και με καθοδήγησε ώστε να κατανοήσω την πρόθεσή Του μέσω των λόγων Του. Ένιωθα ντροπή, ενοχή και ότι δεν άξιζα την αγάπη και τη σωτηρία του Θεού. Προσευχήθηκα με δάκρυα στον Θεό, λέγοντας: «Θεέ μου, με την αποκάλυψή μου μέσω της ασθένειας, έμαθα ότι, όλα αυτά τα χρόνια, το μόνο που έκανα ήταν να απαιτώ τη χάρη Σου και να παραπονιέμαι όταν δεν την έπαιρνα. Σου χρωστάω τόσο πολλά και δεν αξίζω να είμαι πιστή. Ξέρω ότι έχω μέσα μου μεγάλη διαφθορά και χρειάζομαι αυτήν την ασθένεια για να εξευγενιστώ και να καθαρθώ. Ακόμα κι αν χρειαστεί να ζήσω με αυτήν την ασθένεια για την υπόλοιπη ζωή μου, θα υποταχθώ και δεν θα παραπονεθώ ποτέ ξανά για Εσένα». Προς έκπληξή μου, όταν άλλαξε η στάση μου, το σώμα μου άρχισε σιγά-σιγά να θεραπεύεται. Τα επεισόδια δεν ήταν τόσο συχνά, ενώ σιγά-σιγά μπόρεσα να ξεκινήσω το καθήκον μου.
Μια μέρα, συνάντησα ένα εδάφιο απ’ τα λόγια του Θεού, με το οποίο κατανόησα καλύτερα την κατάστασή μου. Ο Παντοδύναμος Θεός λέει: «Ανεξάρτητα από το πόσα του συμβαίνουν, ο τύπος του ανθρώπου που είναι αντίχριστος δεν προσπαθεί ποτέ να τα αντιμετωπίσει αναζητώντας την αλήθεια στα λόγια του Θεού, πόσο μάλλον προσπαθεί να δει τα πράγματα μέσα από τα λόγια του Θεού —κάτι που οφείλεται εξ ολοκλήρου στο ότι δεν πιστεύει ότι κάθε γραμμή των λόγων του Θεού είναι η αλήθεια. Με όποιον τρόπο κι αν συναναστρέφεται ο οίκος του Θεού όσον αφορά την αλήθεια, οι αντίχριστοι παραμένουν μη δεκτικοί και, κατά συνέπεια, δεν έχουν τη σωστή στάση, ανεξάρτητα από την κατάσταση που αντιμετωπίζουν. Ειδικότερα στο θέμα της προσέγγισης του Θεού και της αλήθειας, οι αντίχριστοι αρνούνται πεισματικά να παραμερίσουν τις αντιλήψεις τους. Ο θεός στον οποίο πιστεύουν είναι ένας θεός που κάνει σημεία και τέρατα, ένας υπερφυσικός θεός. Όποιους μπορούν να κάνουν σημεία και τέρατα —είτε είναι η Μποντισάτβα Γκουάνγιν, ο Βούδας ή ο Ματσού— τους αποκαλούν θεούς. Πιστεύουν πως μόνο όσοι μπορούν να κάνουν σημεία και τέρατα είναι θεοί που διαθέτουν ταυτότητα θεών· όσοι δεν μπορούν, από την άλλη, δεν είναι απαραίτητα θεοί, όσες αλήθειες κι αν εκφράζουν. Δεν καταλαβαίνουν πως η έκφραση της αλήθειας είναι η σπουδαία δύναμη και παντοδυναμία του Θεού, αλλά θεωρούν πως η μόνη σπουδαία δύναμη και παντοδυναμία των θεών είναι να κάνουν σημεία και τέρατα. Έτσι, λοιπόν, οι αντίχριστοι θεωρούν πως το πρακτικό έργο που κάνει ο ενσαρκωμένος Θεός με την έκφραση της αλήθειας για να κατακτήσει και να σώσει τους ανθρώπους, με το πότισμα, την ποίμανση και την καθοδήγηση των εκλεκτών του Θεού ώστε να βιώσουν πραγματικά την κρίση, την παίδευση, τις δοκιμασίες και τον εξευγενισμό Του, να κατανοήσουν την αλήθεια, να αποτινάξουν τις διεφθαρμένες τους διαθέσεις, να γίνουν άνθρωποι που υποτάσσονται στον Θεό, Τον λατρεύουν και ούτω καθεξής είναι έργο ανθρώπου, όχι του Θεού. Στο μυαλό των αντίχριστων, οι θεοί θα πρέπει να κρύβονται πίσω από έναν βωμό και να βάζουν τους ανθρώπους να τους κάνουν προσφορές, να τρώνε τα φαγητά που προσφέρουν οι άνθρωποι, να εισπνέουν τον καπνό από το θυμίαμα που καίνε, να απλώνουν μια χείρα βοηθείας όταν βρίσκονται σε δύσκολη θέση, να παρουσιάζονται ως ιδιαίτερα δυνατοί και να τους παρέχουν άμεση βοήθεια μέσα στα όρια αυτού που τους είναι κατανοητό και να ικανοποιούν τις ανάγκες τους όταν οι άνθρωποι ζητούν βοήθεια και είναι ειλικρινείς στις παρακλήσεις τους. Για τους αντίχριστους, μόνο ένας θεός όπως αυτός είναι αληθινός θεός. Ό,τι κάνει ο Θεός σήμερα, εν τω μεταξύ, αντιμετωπίζεται με περιφρόνηση από τους αντίχριστους. Γιατί συμβαίνει αυτό; Κρίνοντας από τη φύση-ουσία των αντίχριστων, αυτό που απαιτούν δεν είναι το έργο του ποτίσματος, της ποίμανσης και της σωτηρίας που επιτελεί ο Δημιουργός στα δημιουργήματα, αλλά ευημερία και η εκπλήρωση των φιλοδοξιών τους στα πάντα, να μην τιμωρηθούν σε αυτήν τη ζωή και να πάνε στον ουρανό στον ερχόμενο κόσμο. Η άποψη και οι ανάγκες τους επιβεβαιώνουν την ουσία του μίσους τους για την αλήθεια» [«Ο Λόγος», τόμ. 4: «Εκθέτοντας τους αντίχριστους», Σημείο δέκατο πέμπτο: Δεν πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού και αρνούνται την ουσία του Χριστού (Μέρος πρώτο)]. Όταν διάβασα αυτό το εδάφιο για πρώτη φορά, ξαφνιάστηκα λίγο: Δεν περιέγραφε επακριβώς την κατάσταση στην οποία βρισκόμουν εκείνη τη στιγμή; Πριν απ’ αυτό, γνώριζα μόνο ότι η οπτική μου πάνω στην επιδίωξη της πίστης μου ήταν λανθασμένη. Αφότου, όμως, διάβασα αυτό το εδάφιο, συνειδητοποίησα ότι όλον αυτόν τον καιρό πίστευα στον Θεό όπως ήταν στις αντιλήψεις και στις φαντασιοκοπίες μου. Στο παρελθόν, είχα απολαύσει σε μεγάλο βαθμό τη χάρη του Θεού και είχα γίνει μάρτυρας κάποιων πράξεών Του. Αυτό ήταν το έλεος και η προστασία που μας έδινε ο Θεός, καθώς και ο δρόμος που άνοιγε Εκείνος για εμάς ανάλογα με τα προβλήματά μας, δίνοντάς μας τη δυνατότητα να ζήσουμε μια κανονική ζωή και να βρεθούμε στις κατάλληλες συνθήκες ώστε να Τον ακολουθήσουμε. Όταν άρχισα σιγά-σιγά να κατανοώ μερικές αλήθειες, ο Θεός ενορχήστρωνε κατάλληλες καταστάσεις για να με καθάρει και να με μεταμορφώσει με βάση το τι ήταν αναγκαίο στη ζωή μου, ενώ μου επέτρεπε και να Τον γνωρίσω. Αυτός είναι ένας τρόπος με τον οποίο ο Θεός σώζει την ανθρωπότητα. Κι όμως, αφού απόλαυσα σε τόσο μεγάλο βαθμό τη χάρη του Θεού, Τον οριοθέτησα μέσα στις αντιλήψεις μου και θεωρούσα πως είναι ο Θεός που μοιράζει χάρη και ευλογίες. Όταν οι ενέργειες του Θεού δεν συμβάδιζαν με τις προσδοκίες μου, Τον έκρινα με βάση τις αντιλήψεις μου, και θεωρούσα ότι έπρεπε να με προστατεύσει και να μη με αφήσει να αρρωστήσω τόσο βαριά. Αναγνώριζα το όνομα του Θεού στα λόγια, όμως πίστευα στον αόριστο θεό των αντιλήψεων και των φαντασιοκοπιών μου. Βλασφημούσα, έτσι, τον Θεό. Όταν το συνειδητοποίησα αυτό, τρομοκρατήθηκα κι είδα ακόμα πιο καθαρά ότι αυτή η ασθένεια ήταν ένα είδος χάρης προς εμένα, και μέσω αυτού διορθώθηκαν οι ασαφείς φαντασιοκοπίες μου σχετικά με τον Θεό. Αυτή ήταν η αγάπη και η σωτηρία του Θεού. Προσευχήθηκα γρήγορα στον Θεό για να μετανοήσω.
Η ασθένειά μου δεν ήταν πρόσκαιρη, ήταν χρόνια και απρόβλεπτη, επομένως έπρεπε να αναζητήσω ένα μονοπάτι εισόδου. Αργότερα, είδα αυτά τα εδάφια απ’ τα λόγια του Θεού: «Μπορεί να νομίζεις πως το να πιστεύεις στον Θεό έχει να κάνει με το να υποφέρεις ή να κάνεις κάθε λογής πράγματα γι’ Αυτόν· ίσως νομίζεις ότι η πίστη στον Θεό αποσκοπεί στο να ηρεμήσει η σάρκα σου ή να κυλίσουν όλα ομαλά στη ζωή σου, ή να είσαι άνετος και ήρεμος παντού. Εντούτοις, κανένα απ’ αυτά δεν αποτελεί σκοπό που θα πρέπει να ενσωματώνουν οι άνθρωποι στην πίστη τους στον Θεό. Αν πιστεύεις για χάρη αυτών των σκοπών, τότε η οπτική σου είναι εσφαλμένη και, απλούστατα, είναι αδύνατον τελειωθείς. Οι ενέργειες του Θεού, η δίκαιη διάθεσή Του, η σοφία Του, ο λόγος Του, η θαυμαστότητα και η ακαταληπτότητά Του είναι όλα πράγματα που οφείλουν να κατανοήσουν οι άνθρωποι. Αφού τα κατανοήσεις αυτά, θα πρέπει να χρησιμοποιήσεις αυτήν την κατανόηση για να απαλλαγείς από όλες τις προσωπικές σου απαιτήσεις, ελπίδες και αντιλήψεις μέσα σου. Μόνο εξαλείφοντας τα παραπάνω μπορείς να πληροίς τις προϋποθέσεις που απαιτεί ο Θεός και μόνο κάνοντας αυτά μπορείς να αποκτήσεις ζωή και να ικανοποιείς τον Θεό. Η πίστη στον Θεό αποσκοπεί στο να Τον ικανοποιεί κανείς και να βιώνει τη διάθεση που Αυτός απαιτεί, έτσι ώστε οι ενέργειες και η δόξα Του να εκδηλωθούν μέσω αυτής της ομάδας ανάξιων ανθρώπων. Αυτή είναι η σωστή οπτική για να πιστεύει κανείς στον Θεό, καθώς και ο στόχος που θα πρέπει να επιδιώκεις. Θα πρέπει να πιστεύεις στον Θεό απ’ τη σωστή σκοπιά και να επιζητάς να λαμβάνεις τον λόγο του Θεού. Πρέπει να τρως και να πίνεις τον λόγο του Θεού, να είσαι σε θέση να βιώνεις την αλήθεια και, ειδικότερα, να μπορείς να δεις τις πρακτικές Του πράξεις, τις υπέροχες πράξεις Του σε όλο το σύμπαν, καθώς και το πρακτικό έργο που Αυτός επιτελεί στη σάρκα. Μέσω των πρακτικών τους εμπειριών, οι άνθρωποι μπορούν να εκτιμήσουν με ποιον ακριβώς τρόπο εκτελεί ο Θεός το έργο Του πάνω τους και ποιες είναι οι προθέσεις Του γι’ αυτούς. Όλα αυτά γίνονται με σκοπό να εξαλειφθεί η διεφθαρμένη σατανική διάθεση των ανθρώπων. […] Μόνο οι άνθρωποι που επιδιώκουν πραγματικά την αλήθεια, αναζητούν τη γνώση για τον Θεό και επιδιώκουν τη ζωή είναι αυτοί που πιστεύουν αληθινά στον Θεό» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Όσοι πρόκειται να οδηγηθούν στην τελείωση πρέπει να υποβληθούν σε εξευγενισμό). «Πιστεύεις στον Θεό και Τον ακολουθείς, και έτσι πρέπει να έχεις μια καρδιά που αγαπά τον Θεό. Πρέπει να αποτινάξεις τη διεφθαρμένη σου διάθεση, πρέπει να προσπαθήσεις να ικανοποιήσεις τις προθέσεις του Θεού και πρέπει να εκπληρώσεις το καθήκον ενός δημιουργήματος. Δεδομένου ότι πιστεύεις και ακολουθείς τον Θεό, θα πρέπει να προσφέρεις τα πάντα σε Αυτόν, να μην έχεις προσωπικές επιλογές ή απαιτήσεις και να καταφέρεις να ικανοποιήσεις τις προθέσεις του Θεού. Εφόσον δημιουργήθηκες, θα πρέπει να υποταχθείς στον Κύριο που σε δημιούργησε, γιατί εσύ είσαι εγγενώς χωρίς κυριαρχία πάνω στον εαυτό σου και δεν έχεις την ικανότητα να ελέγχεις το δικό σου πεπρωμένο. Αφού είσαι άνθρωπος που πιστεύει στον Θεό, πρέπει να αναζητάς την αγιοσύνη και την αλλαγή» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Η επιτυχία ή η αποτυχία εξαρτάται από το μονοπάτι που βαδίζει ο άνθρωπος). Μέσα απ’ τα λόγια του Θεού, κατανόησα κάπως τις απαιτήσεις Του. Στην πίστη μας, δεν πρέπει να αναζητάμε ευλογίες και γαλήνη, αλλά να μένουμε στη θέση μας ως δημιουργήματα για να βιώσουμε το έργο του Θεού, να κατανοήσουμε τις προθέσεις του Θεού και τη διάθεσή Του μέσω διάφορων καταστάσεων, καθώς και να κάνουμε αυτοκριτική, να αποκτήσουμε αυτογνωσία και να επαναστατήσουμε ενάντια στην επιθυμία μας για ευλογίες και στις νοθείες μας μέσω των ίδιων καταστάσεων. Μόνο έτσι θα μπορούσαμε να μεταμορφώσουμε τη διάθεσή μας και να σωθούμε. Στο παρελθόν, η πίστη μου βασιζόταν στην απόκτηση της χάριτος. Έτσι, παρότι ήμουν τόσο καιρό άρρωστη, δεν αναζήτησα ποτέ την αλήθεια, κι έτσι η ζωή μου υπέστη απώλειες. Όταν υποτάχθηκα, όταν αναζήτησα την αλήθεια και άρχισα να βιώνω τα λόγια και το έργο του Θεού, άρχισα να διαισθάνομαι τις καλές προθέσεις του Θεού. Η σάρκα μου πράγματι υπέφερε σε έναν βαθμό, αλλά αυτή η κατάσταση διόρθωσε τις λανθασμένες απόψεις που είχα για την πίστη και μου έδωσε τη δυνατότητα να αναγνωρίσω τις αξιοθρήνητες προθέσεις στην πίστη μου και να τις διορθώσω εγκαίρως. Αυτή ήταν ένα ακόμα σπουδαιότερο παράδειγμα του ελέους και της αγάπης του Θεού, σπουδαιότερο ακόμα κι από τη χάρη και τις ευλογίες που έδωσε στη σάρκα μου. Δεν είχα αναρρώσει πλήρως ακόμα, ενώ μερικές φορές πάθαινα επεισόδια. Δεν με ικανοποιούσε απλώς να υποτάσσομαι και να μην παραπονιέμαι για τον Θεό. Έπρεπε να συνεχίσω να αναζητώ την πρόθεσή Του, να κάνω αυτοκριτική πάνω στη διαφθορά που είχα αποκαλύψει, στις πτυχές μου που απεχθανόταν ακόμα ο Θεός, καθώς και να αποδεχθώ την κρίση και την παίδευση απ’ τα λόγια του Θεού για να απαλλαγώ απ’ τη διεφθαρμένη διάθεσή μου. Αυτός ήταν ο δρόμος που έπρεπε να πάρω. Αφότου το συνειδητοποίησα αυτό, ένιωσα να μικραίνει η απόστασή μου από τον Θεό, απέκτησα περισσότερη πρωτοβουλία στο καθήκον μου, άρχισα να επικεντρώνομαι στην επίλυση των ζητημάτων στο έργο μου, μελέτησα τις αρχές που σχετίζονταν με τομείς στους οποίους ήμουν ανεπαρκής, κι άρχισα να βλέπω κάποια βελτίωση στις επαγγελματικές μου δεξιότητες. Σιγά-σιγά, η υγεία μου έχει αρχίσει να βελτιώνεται, ενώ τα επεισόδια δεν είναι πια τόσο συχνά. Δόξα τω Θεώ που με καθοδήγησε ώστε να τα κατανοήσω όλα αυτά και να μεταμορφωθώ.