84. Δεν ανησυχώ πλέον για την ασθένεια της συζύγου μου
Την άνοιξη του 2005, είχαμε μαζί με τη σύζυγό μου Χουιτζουάν την τύχη να λάβουμε το ευαγγέλιο του Παντοδύναμου Θεού τις έσχατες ημέρες και αργότερα, αναλάβαμε και οι δύο καθήκοντα στην εκκλησία. Όταν αντιμετωπίζαμε δυσκολίες και προκλήσεις στα καθήκοντά μας, προσευχόμασταν, αναζητούσαμε και διαβάζαμε μαζί τα λόγια του Θεού, βοηθούσαμε ο ένας τον άλλον και συναναστρεφόμασταν μεταξύ μας. Με την καθοδήγηση των λόγων του Θεού, καταφέραμε να κατανοήσουμε ορισμένες αλήθειες. Χωρίς να το καταλάβουμε, πέρασαν πάνω από δέκα χρόνια, και ήμασταν και οι δύο στα 60 μας. Καθώς μεγαλώναμε, η υγεία μας επιδεινώθηκε. Ιδιαίτερα η σύζυγός μου είχε υψηλή πίεση κι έπρεπε να παίρνει φάρμακα τακτικά. Μερικές φορές, όταν η κατάστασή της ήταν πολύ σοβαρή, ζαλιζόταν και δεν μπορούσε να κουνηθεί. Η καρδιά και το στομάχι της ήταν επίσης σε αρκετά κακή κατάσταση. Στην καθημερινή μας ζωή, φροντίζαμε και υποστηρίζαμε ο ένας τον άλλον, συναναστρεφόμασταν, και ένιωθα γαλήνη και ικανοποίηση.
Μια μέρα, τον Σεπτέμβριο του 2023, έλαβα μια επιστολή από τους ανώτερους επικεφαλής, όπου μου ζητούσαν να επιβλέψω το ευαγγελικό έργο της εκκλησίας. Αυτό με χαροποίησε πολύ, και ήξερα ότι έτσι μου έδινε χάρη και με εξύψωνε ο Θεός. Παρόλο που καταλάβαινα κάποιες αρχές και είχα κάποια εμπειρία στο κήρυγμα του ευαγγελίου, υστερούσα πολύ και πάλι στη συναναστροφή πάνω στην αλήθεια. Αν πήγαινα αλλού για να κάνω το καθήκον μου, θα κέρδιζα περισσότερες ευκαιρίες για εκπαίδευση, θα μπορούσα να επικοινωνώ με αδελφούς και αδελφές συχνά, και θα προόδευα πολύ γρήγορα. Επιπλέον, το ευαγγελικό έργο είναι το κεντρικό έργο του οίκου του Θεού, κι η πιο επιτακτική πρόθεση του Θεού είναι να έρθουν περισσότεροι άνθρωποι ενώπιόν Του και να αποδεχτούν τη σωτηρία Του. Έτσι, έπρεπε να υπολογίσω την πρόθεση του Θεού και να συνεργαστώ για το ευαγγελικό έργο. Με αυτές τις σκέψεις, γύρισα να κοιτάξω τη γυναίκα μου και σκέφτηκα: «Τι θα απογίνει αν φύγω; Θα μείνει ολομόναχη εδώ στο σπίτι. Έχει ήδη υψηλή πίεση, περίπου 16 με 18 η μεγάλη και 12 με 13 η μικρή, και όταν αρρωσταίνει, νιώθει σαν να αναποδογυρίζει το κρεβάτι και να καταρρέει το δωμάτιο. Ξαπλώνει στο κρεβάτι και φοβάται μέχρι και να κουνηθεί. Θα τα κατάφερνε χωρίς να είμαι στο πλευρό της να τη φροντίζω;» Μοιραία, με απορρόφησαν αυτές οι δυσκολίες και τα άγχη. Είδα δάκρυα στα μάτια της γυναίκας μου, και τη ρώτησα: «Τι συμβαίνει;» Δίστασε για μια στιγμή και στη συνέχεια είπε: «Αν φύγεις, δεν θα έχω κανέναν να εμπιστευτώ. Γερνάω, και το σώμα μου είναι άρρωστο, και αν είσαι δίπλα μου, έχω κάποιον να βασίζομαι και να με φροντίζει». Η γυναίκα μου εξέφρασε ό,τι σκεφτόμουν μέσα μου: «Θα πληγωθεί και θα στενοχωρηθεί αν φύγω; Κι αν βρεθεί σε κακή κατάσταση και ξαφνικά της ανέβει η πίεση; Ο γιος μας κάνει τα καθήκοντά του αλλού και δεν μπορεί να είναι μαζί μας, αλλά εγώ μπορώ να τη φροντίζω όταν είμαι στο πλευρό της. Οι άνθρωποι λένε συχνά: ‘σύντροφοι στα νιάτα, σύντροφοι στα γηρατειά’, και καθώς μεγαλώνουμε, πρέπει να είμαστε μαζί, να φροντίζουμε ο ένας τον άλλον». Όταν το σκέφτηκα αυτό, δεν ήξερα τι να κάνω. Το θέμα γυρνούσε συνέχεια στο μυαλό μου, αλλά δεν μπορούσα να πάρω μια απόφαση. Οι αδελφές που ζούσαν κοντά την επισκέπτονταν, αλλά εγώ ανησυχούσα και σκεφτόμουν: «Κι αν αρρωστήσει και κάτι πάει στραβά; Θα τα καταφέρει χωρίς εμένα; Ποιος θα τη φροντίζει; Ίσως έπρεπε να στείλω μια επιστολή στους επικεφαλής, να τους εξηγήσω τις αληθινές μας δυσκολίες και να τους ζητήσω να βρουν κάποιον άλλον». Αλλά τότε σκέφτηκα: «Η επίβλεψη του ευαγγελικού έργου είναι βαριά ευθύνη, και δεδομένου ότι αυτό το καθήκον μού ήρθε, αυτή είναι η πρόθεση του Θεού. Αν δεν πάω να το κάνω, αυτό θα ήταν ανυπακοή. Τι θα απογίνει, όμως, η γυναίκα μου αν φύγω; Δεν μπορώ και να την αγνοήσω». Έτσι, προσευχήθηκα στον Θεό: «Θεέ μου, θέλω να κάνω αυτό το καθήκον, αλλά η ασθένεια της γυναίκας μου είναι μια πραγματική δυσκολία. Θεέ μου, δεν ξέρω τι να κάνω. Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με!» Εκείνη τη στιγμή, θυμήθηκα ένα χωρίο των λόγων του Θεού: «Και να έχει ως προτεραιότητα τα συμφέροντα της οικογένειας του Θεού στο καθετί» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Πώς είναι η σχέση σου με τον Θεό;). Κατάλαβα μέσα μου ότι είμαι ένα δημιούργημα, και ότι πρέπει να υποταχθώ στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού, και να δώσω προτεραιότητα στο έργο της εκκλησίας. Το κήρυγμα του ευαγγελίου και η εκτέλεση των καθηκόντων μου είναι ανάποδραστη ευθύνη, και πρέπει να υποταχθώ.
Το επόμενο πρωί, είδα τη γυναίκα μου ξαπλωμένη στο κρεβάτι. Η πίεσή της είχε ανέβει ξανά, ζαλιζόταν τόσο που δεν μπορούσε να σηκωθεί, και το πρόσωπό της ήταν χλωμό και αδύναμο. Πάλι ταράχτηκε η καρδιά μου και σκέφτηκα: «Θα μπορούσε να αρρωστήσει ανά πάσα στιγμή. Τι θα συμβεί αν σηκωθεί να πιει νερό για να πάρει φάρμακα και λιποθυμήσει, και μετά πάθει κάτι άλλο ή μείνει ανάπηρη; Σ’ αυτήν την κατάσταση, δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να φύγω με καθαρή συνείδηση! Τώρα ειδικά που μεγαλώνει, οι πιθανότητες να επιδεινωθεί η κατάστασή της είναι υψηλότερες, και θα χρειαστεί ακόμα περισσότερο τη φροντίδα μου. Θα μπορούσα να γράψω στους επικεφαλής να ρωτήσω αν μπορούσα να πάρω τη σύζυγό μου για να κάνουμε μαζί καθήκοντα. Θα μπορούσε να κάνει καθήκοντα φιλοξενίας. Έτσι, δεν θα χρειαζόταν να ανησυχώ για εκείνη». Αργότερα, έγραψα μια επιστολή, αλλά καθώς κοίταζα τι είχα γράψει, ένιωσα πολύ άβολα. Αναρωτήθηκα: «Γιατί γράφω αυτήν την επιστολή; Δεν θέτω έτσι όρους; Είμαι πιστός, όμως, όταν αντιμετωπίζω ένα καθήκον που δεν συνάδει με τις επιθυμίες μου, βρίσκω δικαιολογίες για να αρνηθώ. Είναι υποταγή αυτό; Δεν ζητώ έτσι από τον Θεό να ενεργεί σύμφωνα με τη βούλησή μου; Έχω καθόλου λογική;» Κοίταξα ξανά πόσο ταλαιπωρούνταν η γυναίκα μου, και το μυαλό μου ήταν φουρτουνιασμένο. Από τη μία πλευρά ήταν το καθήκον μου να κηρύξω το ευαγγέλιο και από την άλλη η ασθένεια της συζύγου μου. Συνεχώς ανησυχούσα γι’ αυτήν, αλλά δεν ήθελα και να εγκαταλείψω το καθήκον μου. Τώρα που το έργο του Θεού έχει φτάσει σε αυτό το σημείο, αν έβρισκα δικαιολογίες για να αρνηθώ τώρα, θα είχα καθόλου συνείδηση; Εκείνη τη στιγμή, η ζαλάδα της γυναίκας μου υποχώρησε, και γονατίσαμε και οι δύο για να προσευχηθούμε στον Θεό. Είπα: «Θεέ μου, επιθυμώ να βγω από αυτήν τη δυσκολία και να αποδεχτώ το καθήκον μου, αλλά το ανάστημά μου είναι πολύ μικρό και δεν μπορώ να μην υπολογίζω τη γυναίκα μου. Σε παρακαλώ, καθοδήγησέ με!»
Κατά τη διάρκεια των πνευματικών μου ασκήσεων, διάβασα τα λόγια του Θεού: «Ο Θεός δεν είχε ποτέ την πρόθεση να εξαναγκάσει, να αιχμαλωτίσει ή να χειραγωγήσει τους ανθρώπους. Ο Θεός δεν περιορίζει ούτε υποχρεώνει ποτέ τους ανθρώπους, πόσο μάλλον τους εξαναγκάζει. Αυτό που δίνει ο Θεός στους ανθρώπους είναι άπλετη ελευθερία· επιτρέπει στους ανθρώπους να επιλέξουν το μονοπάτι στο οποίο πρέπει να βαδίσουν. Ακόμη κι αν βρίσκεσαι στον οίκο του Θεού και ακόμη κι αν έχεις προκαθοριστεί και επιλεγεί από τον Θεό, παρόλα αυτά είσαι ελεύθερος. Μπορείς να επιλέξεις ν’ απορρίψεις τις διάφορες απαιτήσεις και ρυθμίσεις του Θεού ή μπορείς να επιλέξεις να τις αποδεχθείς· ο Θεός σού δίνει την ευκαιρία να επιλέξεις ελεύθερα. Όμως, ό,τι κι αν επιλέξεις, όπως κι αν ενεργείς, όποια κι αν είναι η οπτική σου όταν χειρίζεσαι ένα ζήτημα που αντιμετωπίζεις ή όποια μέσα και όποιες μεθόδους κι αν χρησιμοποιήσεις τελικά για να το λύσεις, πρέπει ν’ αναλάβεις την ευθύνη των πράξεών σου. Η τελική σου έκβαση δεν βασίζεται στις προσωπικές σου κρίσεις και τους προσωπικούς σου ορισμούς, αλλά, αντιθέτως, ο Θεός κρατάει ένα μητρώο για σένα. Ο Θεός, έχοντας εκφράσει πάρα πολλές αλήθειες τις οποίες έχουν ακούσει οι άνθρωποι, αξιολογεί αυστηρά τα σωστά και τα λάθη του κάθε ανθρώπου και καθορίζει την τελική έκβαση του κάθε ανθρώπου με βάση όσα έχει πει και όσα απαιτεί Εκείνος, καθώς και με βάση τις αρχές που έχει διαμορφώσει για τους ανθρώπους. Σ’ αυτό το ζήτημα, η εξονυχιστική εξέταση, οι ενορχηστρώσεις και οι ρυθμίσεις του Θεού δεν είναι χειραγώγηση των ανθρώπων από τον Θεό. Ο Θεός δεν αιχμαλωτίζει τους ανθρώπους· είσαι ελεύθερος. Δεν χρειάζεται να είσαι επιφυλακτικός απέναντι στον Θεό ούτε χρειάζεται να νιώθεις φόβο ή ανησυχία. Είσαι ένας ελεύθερος άνθρωπος από την αρχή ως το τέλος. Ο Θεός σού παρέχει ένα ελεύθερο περιβάλλον, βούληση για να κάνεις ελεύθερες επιλογές και περιθώριο για να επιλέγεις ελεύθερα, επιτρέποντάς σου να επιλέγεις εσύ για τον εαυτό σου· και όποια κι αν είναι η έκβαση στην οποία θα καταλήξεις, καθορίζεται εξ ολοκλήρου από το μονοπάτι που ακολουθείς. Αυτό είναι δίκαιο, έτσι δεν είναι; (Ναι.) Αν, τελικά, σωθείς και είσαι ένας άνθρωπος που υποτάσσεται στον Θεό και είναι σε αρμονία με τον Θεό κι ένας άνθρωπος τον οποίο αποδέχεται ο Θεός, αυτό θα είναι το αποτέλεσμα των ορθών επιλογών σου· αν, τελικά, δεν σωθείς, δεν καταφέρεις να είσαι σε αρμονία με τον Θεό, δεν κερδηθείς από τον Θεό και δεν είσαι ένας άνθρωπος τον οποίο αποδέχεται ο Θεός, τότε και πάλι αυτό θα είναι το αποτέλεσμα των επιλογών σου. Επομένως, στο έργο Του ο Θεός παρέχει στους ανθρώπους μεγάλο περιθώριο επιλογών, ενώ τους παρέχει και απόλυτη ελευθερία» [«Ο Λόγος», τόμ. 7: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (2)]. Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, συνειδητοποίησα τελικά το εξής: «Ο Θεός μού έδωσε την ελεύθερη επιλογή, και σε καταστάσεις όπως αυτήν, ο Θεός παρακολουθεί τις επιλογές μου και το μονοπάτι που παίρνω. Είτε θα επιλέξω να υποταχθώ σ’ Αυτόν και να κάνω το καθήκον μου ως δημιούργημα είτε θα επιλέξω να παραμερίσω το καθήκον μου και να μείνω σπίτι για να φροντίσω τη γυναίκα μου. Οι επικεφαλής μού ζήτησαν να επιβλέψω το ευαγγελικό έργο. Αυτό θα μου δώσει την ευκαιρία να εκπαιδευτώ στο καθήκον μου, και η πρόθεση του Θεού βρίσκεται πίσω από αυτό. Οι συμφορές γίνονται όλο και πιο μεγάλες, και πολλοί άνθρωποι ακόμα δεν έχουν ακούσει τη φωνή του Θεού, κι εξακολουθούν να υποφέρουν από τα μαρτύρια και το κακό που τους προκαλεί ο Σατανάς. Ο Θεός δεν θέλει να τους δει να πέφτουν στις συμφορές, και ελπίζει ότι περισσότεροι άνθρωποι θα κηρύξουν το ευαγγέλιο και θα μαρτυρήσουν το έργο Του τις έσχατες ημέρες». Αλλά παρόλο που ήξερα ότι το ευαγγελικό έργο χρειαζόταν επειγόντως τη συνεργασία μου, ανησυχούσα ότι η γυναίκα μου μπορεί να αρρώσταινε, οπότε ήθελα να μείνω σπίτι και να τη φροντίζω. Προτιμούσα να αρνηθώ και να αποφύγω το καθήκον μου. Για να μην υποφέρει, ήθελα ακόμη και να έρθει μαζί μου για να κάνει καθήκοντα φιλοξενίας, παρόλο που ήξερα ότι δεν μπορούσε να κάνει αυτό το καθήκον έτσι που ήταν. Η συμπεριφορά μου όντως έδειχνε παντελή έλλειψη υποταγής στον Θεό. Αν δεν μπορούσα να κάνω το καθήκον μου επειδή ήθελα να φροντίσω τη γυναίκα μου, όχι μόνο δεν θα ξεπλήρωνα το αίμα της καρδιάς που ο Θεός είχε χύσει για μένα, αλλά θα έχανα και την ευκαιρία να εκπαιδευτώ στην εκτέλεση του καθήκοντός μου και να αποκτήσω την αλήθεια, και η ζωή-είσοδός μου θα ζημιωνόταν. Δεν θα έδειχνα καμία αφοσίωση ή υποταγή στον Θεό και δεν θα γινόμουν αποδεκτός από Αυτόν. Έπρεπε να δώσω προτεραιότητα στο έργο της εκκλησίας και να αποδεχτώ ενεργά το καθήκον μου, καθώς αυτό πρέπει να κάνει ένα δημιούργημα.
Αργότερα, σκέφτηκα: «Γιατί δεν μπορώ να ξεχάσω τη γυναίκα μου; Φοβάμαι ότι θα είναι μόνη ή άρρωστη, και έχω σκεφτεί ακόμη και να βρω δικαιολογίες για να αποφύγω το καθήκον μου, μόνο και μόνο για να τη φροντίσω». Μετά από σκέψη, συνειδητοποίησα ότι με επηρέαζαν τα αισθήματα. Διάβασα τα λόγια του Θεού: «Δεν δίνω την ευκαιρία στους ανθρώπους να εκφράσουν τα συναισθήματά τους, διότι Εγώ δεν έχω σαρκικά αισθήματα και κατέληξα να απεχθάνομαι τα συναισθήματα των ανθρώπων σε ακραίο βαθμό. Τα συναισθήματα των ανθρώπων ευθύνονται που Με έχουν παραπετάξει, και έτσι έχω γίνει κάποιος “άλλος” στα μάτια τους· τα συναισθήματα των ανθρώπων ευθύνονται που Με έχουν ξεχάσει· τα συναισθήματα των ανθρώπων ευθύνονται που οι άνθρωποι δράττονται της ευκαιρίας να ανορθώσουν τη “συνείδησή” τους· τα συναισθήματα των ανθρώπων ευθύνονται που αποστρέφονται πάντοτε την παίδευσή Μου· τα συναισθήματα των ανθρώπων ευθύνονται που Με αποκαλούν αθέμιτο και άδικο, και λένε ότι δεν υπολογίζω τα αισθήματα του ανθρώπου στο πώς χειρίζομαι τα πράγματα. Μήπως έχω και συγγενείς επί γης; Ποιος έχει εργαστεί ποτέ σαν Εμένα νυχθημερόν, χωρίς καμία σκέψη για φαγητό ή ύπνο, για χάρη ολόκληρου του σχεδίου διαχείρισής Μου; Πώς θα μπορούσε ο άνθρωπος να συγκριθεί με τον Θεό; Πώς θα μπορούσε ο άνθρωπος να είναι συμβατός με τον Θεό; Πώς θα μπορούσε ο Θεός, ο οποίος είναι δημιουργός, να ανήκει στο ίδιο είδος με τον άνθρωπο, ο οποίος είναι δημιούργημα; Πώς θα μπορούσα να ζω και να ενεργώ πάντοτε μαζί με τον άνθρωπο στη γη; Ποιος είναι σε θέση να νοιάζεται για την καρδιά Μου;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Τα λόγια του Θεού προς ολόκληρο το σύμπαν, Κεφάλαιο 28). «Κάποιοι είναι εξαιρετικά συναισθηματικοί. Κάθε μέρα, τόσο στα λόγια τους, όσο και στη συμπεριφορά τους απέναντι στους άλλους, ζουν με βάση τα αισθήματά τους. Αγαπούν τον έναν και τον άλλον, και όλη την ώρα ασχολούνται με το πόσο ωραίο είναι να δείχνεις αγάπη και στοργή. Ζουν σε ό,τι κι αν τους συμβεί στη σφαίρα του αισθήματος. […] Τα αισθήματά του είναι πολύ έντονα. Θα μπορούσατε να πείτε ότι τα αισθήματα είναι το μοιραίο ελάττωμα αυτού του ανθρώπου. Τα αισθήματά του τον περιορίζουν σε όλα τα ζητήματα, δεν μπορεί να κάνει πράξη την αλήθεια ούτε να ενεργήσει σύμφωνα με τις αρχές και συχνά είναι επιρρεπής στο να επαναστατεί εναντίον του Θεού. Τα αισθήματα είναι η μεγαλύτερη αδυναμία του, το μοιραίο ελάττωμά του· είναι σίγουρο ότι μπορούν να τον καταστρέψουν. Όσοι είναι υπερβολικά συναισθηματικοί δεν μπορούν να κάνουν πράξη την αλήθεια ούτε να υποταχθούν στον Θεό. Τους απασχολεί η σάρκα, και είναι ανόητοι και μπερδεμένοι. Είναι στη φύση ενός τέτοιου ανθρώπου να είναι πολύ συναισθηματικός, και ζει σύμφωνα με τα συναισθήματά του» («Ο Λόγος», τόμ. 3: «Οι συνομιλίες του Χριστού των Εσχάτων Ημερών», Πώς να γνωρίσουμε τη φύση του ανθρώπου). Όταν διάβασα τα λόγια του Θεού, κατάλαβα γιατί ο Θεός απεχθάνεται τα αισθήματα μεταξύ των ανθρώπων. Εξαιτίας των αισθημάτων για τη γυναίκα μου ήθελα να αποφύγω το καθήκον μου. Μπροστά σε μια κατάσταση, έβαζα πρώτα τα αισθήματα και σκεφτόμουν πρώτα την ευημερία της γυναίκας μου, και δεν σκεφτόμουν την πρόθεση του Θεού ή το καθήκον που έπρεπε να κάνω. Τώρα, το ευαγγελικό έργο του Θεού διαδίδεται σε όλα τα έθνη, και οι αδελφοί κι οι αδελφές κηρύττουν ενεργά το ευαγγέλιο και καταθέτουν μαρτυρία για το έργο του Θεού. Κατανοούσα κάπως τις αλήθειες και τις αρχές που σχετίζονται με το κήρυγμα του ευαγγελίου, και είχα κάποια αποτελέσματα στο ευαγγελικό μου έργο, οπότε έπρεπε να κάνω το καθήκον μου. Ωστόσο, δεν σκεφτόμουν την πρόθεση του Θεού, αλλά ανησυχούσα για την υγεία της γυναίκας μου. Ανησυχούσα ότι θα ένιωθε μοναξιά στο σπίτι μόνη της και ότι δεν θα είχε κανέναν να τη φροντίζει αν αρρώσταινε. Με έλεγχαν τα αισθήματά μου και δεν σκεφτόμουν καθόλου το ευαγγελικό έργο. Ήθελα να βρω δικαιολογίες και να αρνηθώ το καθήκον μου για να μείνω σπίτι και να φροντίσω τη γυναίκα μου. Αν και ήξερα ότι τα συμφέροντα του οίκου του Θεού έπρεπε να έρχονται πρώτα, την επόμενη μέρα, όταν είδα τη γυναίκα μου άρρωστη και ανίκανη να κουνηθεί στο κρεβάτι, έγινα έρμαιο των αισθημάτων μου, νόμιζα ότι εκείνη χρειαζόταν τη φροντίδα μου, και έγραψα μάλιστα και στους επικεφαλής να τους πω ότι δεν θα έβγαινα πλέον για να κάνω το καθήκον μου, ειδάλλως η γυναίκα μου θα έπρεπε να είναι μαζί μου να κάνει καθήκοντα φιλοξενίας, ώστε να μπορώ να τη φροντίζω. Τώρα που το σκέφτομαι, αφού η γυναίκα μου ήταν σε τόσο κακή κατάσταση και ανήμπορη όταν αρρώσταινε, πώς θα μπορούσε να κάνει καθήκοντα φιλοξενίας; Ήταν εντελώς αντίθετο με τις αρχές να κάνει καθήκοντα φιλοξενίας, αλλά εξαιτίας των συζυγικών μου αισθημάτων, δεν εξέτασα με ποιες αρχές χρησιμοποιούνται οι άνθρωποι στον οίκο του Θεού. Σκέφτηκα μόνο ότι αν μπορούσαμε να είμαστε μαζί. Αν μπορούσα να τη φροντίσω, αυτό αρκούσε. Συνειδητοποίησα ότι είχα πολύ δυνατά αισθήματα για τη γυναίκα μου και ότι αντιμετώπιζα το καθήκον μου ως βάρος. Στην καρδιά μου, τα αισθήματα που είχα για τη γυναίκα μου υπερέβαιναν τα συμφέροντα του οίκου του Θεού και το καθήκον μου. Είχε, λοιπόν, καμία θέση στην καρδιά μου ο Θεός; Ζούσα σύμφωνα με τα αισθήματά μου και περιοριζόμουν από αυτά από κάθε άποψη. Δεν μπορούσα να κάνω τα καθήκοντά μου, πόσο δε μάλλον έκανα πράξη την αλήθεια κι υποτασσόμουν στον Θεό. Ο Θεός απεχθάνεται αυτήν τη συμπεριφορά. Προσευχήθηκα γρήγορα στον Θεό: «Θεέ μου, τα αισθήματά μου έχουν γίνει το μοιραίο ελάττωμά μου, και εξαιτίας τους δεν μπορώ να υποταχθώ αληθινά σ’ Εσένα, και ήθελα μάλιστα να αποφύγω το καθήκον μου. Δεν έχω ούτε ανθρώπινη φύση ούτε συνείδηση! Θεέ μου, επιθυμώ να μετανοήσω, και Σου ζητώ να με οδηγήσεις να ξεφύγω από τους περιορισμούς των αισθημάτων μου και να εκπληρώσω τα καθήκοντά μου για να ικανοποιήσω την πρόθεσή Σου».
Αργότερα, διάβασα περισσότερα από τα λόγια του Θεού, και η καρδιά μου ξαλάφρωσε. Ο Θεός λέει: «Ο Θεός όρισε τον γάμο για σένα και σου έδωσε έναν σύντροφο. Εσύ παντρεύεσαι, αλλά η ταυτότητα και η θέση σου ενώπιον του Θεού δεν αλλάζουν. Είσαι ο ίδιος άνθρωπος. Αν είσαι γυναίκα, τότε παραμένεις γυναίκα ενώπιον του Θεού· αν είσαι άντρας, τότε παραμένεις άντρας ενώπιόν Του. Οι δυο σας έχετε, όμως, ένα κοινό χαρακτηριστικό: Είτε είσαι άντρας είτε γυναίκα, είστε όλοι σας δημιουργήματα ενώπιον του Θεού. Στο πλαίσιο του γάμου, ανέχεστε, αγαπάτε, βοηθάτε και στηρίζετε ο ένας τον άλλο, και αυτό πάει να πει πως ανταποκρίνεστε στις ευθύνες σας. Ενώπιον του Θεού, όμως, οι ευθύνες στις οποίες οφείλεις να ανταποκρίνεσαι και η αποστολή που οφείλεις να εκπληρώσεις δεν μπορούν να αντικατασταθούν από τις ευθύνες που επωμίζεσαι απέναντι στον σύντροφό σου. Άρα, λοιπόν, όταν συγκρούονται οι ευθύνες που έχεις απέναντι στον σύντροφό σου με το καθήκον που οφείλει να εκτελεί ένα δημιούργημα ενώπιον του Θεού, αυτό που θα πρέπει να επιλέξεις είναι να εκτελείς το καθήκον σου ως δημιούργημα και όχι να ανταποκρίνεσαι στις ευθύνες σου απέναντι στον σύντροφό σου. Αυτή είναι η κατεύθυνση και ο στόχος που θα πρέπει να επιλέξεις και, φυσικά, είναι και η αποστολή που οφείλεις να εκπληρώσεις. Κάποιοι άνθρωποι, όμως, θεωρούν εσφαλμένα πως αποστολή τους στη ζωή είναι να επιδιώκουν τη συζυγική ευτυχία ή να ανταποκρίνονται στις ευθύνες τους απέναντι στον σύντροφό τους και να τον νοιάζονται, να τον φροντίζουν και να τον αγαπούν· θεωρούν πως ο σύντροφός τους είναι ολόκληρος ο κόσμος τους και η μοίρα τους. Αυτό είναι λάθος. […] Άρα, λοιπόν, ο Θεός δεν θα θυμάται τις πράξεις κανενός από τους δύο συντρόφους ο οποίος, στο πλαίσιο του γάμου, επιδιώκει με κάθε κόστος ή πάση θυσία τη συζυγική ευτυχία. Όσο καλά ή τέλεια κι αν ανταποκρίνεσαι στις υποχρεώσεις και τις ευθύνες σου απέναντι στον σύντροφό σου και όσο κι αν φαίνεσαι αντάξιος των προσδοκιών του —με άλλα λόγια, όσο καλά ή τέλεια κι αν διατηρείς τη συζυγική σου ευτυχία ή όσο αξιοζήλευτη κι αν είναι αυτή— αυτό δεν σημαίνει πως έχεις εκπληρώσει την αποστολή σου ως δημιουργήματος ούτε αποδεικνύει πως είσαι αποδεκτό δημιούργημα. Ίσως να είσαι η τέλεια σύζυγος ή ο τέλειος σύζυγος, αλλά αυτό περιορίζεται απλώς στο πλαίσιο του γάμου. Ο Δημιουργός μετράει τι είδους άνθρωπος είσαι με βάση το πώς εκτελείς το καθήκον που έχεις ως δημιούργημα ενώπιόν Του, το μονοπάτι που ακολουθείς, την άποψή σου για τη ζωή, τι επιδιώκεις στη ζωή και πώς εκπληρώνεις την αποστολή ενός δημιουργήματος. Έτσι μετράει ο Θεός το μονοπάτι που ακολουθείς ως δημιούργημα και τον μελλοντικό σου προορισμό, όχι με βάση το πώς ανταποκρίνεσαι στις συζυγικές σου ευθύνες και υποχρεώσεις ή το αν η αγάπη που έχεις για τον σύντροφό σου τον ευχαριστεί» [«Ο Λόγος», τόμ. 6: «Σχετικά με την επιδίωξη της αλήθειας», Πώς να επιδιώκει κανείς την αλήθεια (11)]. Τα λόγια του Θεού συναναστρέφονται σαφώς πάνω στις ευθύνες που πρέπει να εκπληρώνουν οι σύζυγοι μεταξύ τους. Όταν μπορεί να αποφευχθεί η καθυστέρηση των καθηκόντων κάποιου, οι σύζυγοι μπορούν να σκέφτονται, να φροντίζουν, να βοηθούν και να υποστηρίζουν ο ένας τον άλλον. Αυτή είναι η ευθύνη που πρέπει να εκπληρώνουν οι σύζυγοι. Όπως και στο παρελθόν που δεν καθυστερούσα τα καθήκοντά μου, όταν η γυναίκα μου δεν ήταν καλά στην υγεία της, μπορούσα να τη συντροφεύω και να τη φροντίζω. Έτσι, εκπλήρωνα τις ευθύνες και τις υποχρεώσεις μου ως σύζυγος. Ωστόσο, αυτό δεν σήμαινε ότι εκπλήρωνα τα καθήκοντα και τις ευθύνες ενός δημιουργήματος. Όταν η εκκλησία μού ζήτησε να επιτελέσω το έργο της, έπρεπε να δώσω προτεραιότητα στο έργο της εκκλησίας ως αναπόδραστο καθήκον, και να εκπληρώσω τις ευθύνες ενός δημιουργήματος. Με άλλα λόγια, όταν η φροντίδα της συζύγου μου έρχεται σε σύγκρουση με τα καθήκοντά μου, θα πρέπει να επιλέγω να κάνω τα καθήκοντά μου. Αυτή είναι η σωστή επιλογή, και το καθήκον και η ευθύνη που πρέπει να εκπληρώσω. Αυτήν τη στιγμή, το ευαγγελικό έργο χρειάζεται επειγόντως τη συνεργασία των ανθρώπων, και το κήρυγμα του ευαγγελίου και η μαρτυρία στον Θεό είναι η ευθύνη και η αποστολή μου. Πρέπει να επιλέξω αποφασιστικά να κάνω τα καθήκοντά μου, γιατί αυτό πρέπει να κάνω πράξη. Αλλά βυθιζόμουν στις σατανικές ιδέες όπως «ο σύζυγος και η σύζυγος πρέπει να αγαπούν ο ένας τον άλλον βαθιά» και «σύντροφοι στα νιάτα, σύντροφοι στα γηρατειά», και έβαζα τον συναισθηματικό δεσμό μεταξύ συζύγων πάνω από οτιδήποτε άλλο. Σκεφτόμουν ότι καθώς μεγαλώνουμε, εμείς οι σύζυγοι πρέπει να μένουμε μαζί, να συντροφεύουμε, να φροντίζουμε, να βοηθάμε και να υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλον, και ότι πρέπει να είμαστε μαζί για πάντα. Ιδιαίτερα εφόσον η σύζυγός μου δεν ήταν καλά στην υγεία της, σκεφτόμουν ότι αν τη φρόντιζα, εκπλήρωνα την ευθύνη μου ως σύζυγος, και ότι μόνο με εμένα στο πλευρό της θα ένιωθε παρηγοριά, και θα ήμαστε ευτυχισμένοι στα γηρατειά μας. Το μυαλό μου ήταν γεμάτο σκέψεις για την ασθένεια της συζύγου μου και τη ζωή της στο μέλλον, και δεν σκεφτόμουν καθόλου το ευαγγελικό έργο του οίκου του Θεού ούτε πώς θα ολοκληρώσω την αποστολή μου να κηρύξω το ευαγγέλιο και να καταθέσω μαρτυρία στον Θεό. Έγραψα μάλιστα και επιστολή για να αρνηθώ τα καθήκοντά μου αν δεν έπαιρνα τη γυναίκα μου μαζί για να τα κάνω, νομίζοντας ότι αυτό είναι δικαιολογημένο. Θεωρούσα ότι με την εκπλήρωση ευθυνών μεταξύ των συζύγων έκανα πράξη την αλήθεια, και έβλεπα τη φροντίδα και την παραμονή μου στο πλάι της γυναίκας μου ως τον μοναδικό μου σκοπό στη ζωή. Παρόλο που τα λόγια του Θεού με διαφώτισαν για να κατανοήσω την πρόθεσή Του, επέλεξα και πάλι να μείνω σπίτι στο πλευρό της για να τη φροντίζω. Στην καρδιά μου, έβαζα τη γυναίκα μου πάνω από όλα, ακόμα και απ’ τον Θεό. Ήμουν όντως επαναστατικός! Έβλεπα τα πράγματα σύμφωνα με τη σατανική άποψη «σύντροφοι στα νιάτα, σύντροφοι στα γηρατειά», κι αντιμετώπιζα τις απαιτήσεις και τα καθήκοντα του Θεού ως προαιρετικά. Προτίμησα ακόμη και να αντισταθώ στον Θεό και να αποφύγω τα καθήκοντά μου για να μείνω σπίτι και να φροντίσω τη γυναίκα μου, και παραμέρισα τα καθήκοντά μου. Είδα πόσο εγωιστής ήμουν! Συνειδητοποίησα, επίσης, ότι όσο καλά κι αν φρόντιζα τη γυναίκα μου, αυτό ήταν απλώς ευθύνη και υποχρέωση ενός συζύγου. Δεν έκανα πράξη την αλήθεια. Αν εκπλήρωνα, όμως, τα καθήκοντά μου ως δημιούργημα, αν εκπλήρωνα τις ευθύνες μου στο ευαγγελικό έργο και ολοκλήρωνα την αποστολή μου, τότε θα είχε η ζωή μου αξία και νόημα, και αυτούς τους στόχους έπρεπε να επιδιώξω. Σκεφτόμουν ότι ο Θεός μού έδωσε την ευκαιρία να πιστέψω σε Αυτόν και να σωθώ, και την ευκαιρία να εκπαιδευτώ στα καθήκοντά μου και να αποκτήσω την αλήθεια. Εγώ, όμως, δεν μπορούσα να κάνω σωστά τα καθήκοντά μου για να ανταποδώσω την αγάπη του Θεού. Διατηρούσα ακόμη και σατανικές απόψεις, και δεν είχα καμία αφοσίωση ή υποταγή στον Θεό. Υστερούσα πραγματικά σε συνείδηση και ανθρώπινη φύση. Αυτό όχι μόνο θα έκανε τον Θεό να με μισήσει, αλλά τελικά θα με οδηγούσε στην καταστροφή.
Αργότερα, συνειδητοποίησα, επίσης, ότι η αδυναμία μου να εγκαταλείψω τη γυναίκα μου και η σκέψη ότι μόνο αν ήμουν στο πλευρό της θα μπορούσα να τη φροντίζω καλά έδειχνε έλλειψη πίστης στην κυριαρχία του Θεού. Θυμήθηκα τα εξής λόγια του Θεού: «Η μοίρα του ανθρώπου βρίσκεται στα χέρια του Θεού. Είσαι ανίκανος να ελέγξεις τον εαυτό σου: Παρά το γεγονός ότι ο άνθρωπος μονίμως τρέχει και μένει απασχολημένος για δικό του λογαριασμό, παραμένει ανίκανος να ελέγξει τον εαυτό του. Εάν μπορούσες να γνωρίζεις τις προσωπικές προοπτικές σου, αν μπορούσες να ελέγχεις τη μοίρα σου, θα εξακολουθούσες να αποτελείς δημιουργημένο ον;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Αποκαθιστώντας την κανονική ζωή του ανθρώπου και οδηγώντας τον σε έναν θαυμαστό προορισμό). «Ποιος μπορεί να δαπανήσει πραγματικά και εξ ολοκλήρου για Μένα, και να προσφέρει ό,τι έχει και δεν έχει για χάρη Μου; Είστε όλοι διχασμένοι· οι σκέψεις σας πηγαίνουν εδώ κι εκεί —σκέφτεστε το σπίτι σας, τον έξω κόσμο, το φαγητό και τα ρούχα. Παρά το γεγονός ότι βρίσκεσαι εδώ ενώπιόν Μου, κάνοντας πράγματα για Μένα, βαθιά μέσα σου εξακολουθείς να σκέφτεσαι τη γυναίκα σου, τα παιδιά σου και τους γονείς σου πίσω στο σπίτι. Είναι όλα αυτά ιδιοκτησία σου; Γιατί δεν τα εμπιστεύεσαι στα χέρια Μου; Δεν Με εμπιστεύεσαι; Ή μήπως φοβάσαι ότι θα κάνω ακατάλληλες διευθετήσεις για σένα; Γιατί ανησυχείς μονίμως για τη σαρκική σου οικογένεια και σε απασχολούν μονίμως τα αγαπημένα σου πρόσωπα; Έχω ορισμένη θέση στην καρδιά σου;» («Ο Λόγος», τόμ. 1: «Η εμφάνιση και το έργο του Θεού», Ομιλίες του Χριστού στην αρχή, Κεφάλαιο 59). Τα λόγια του Θεού με έκαναν να συνειδητοποιήσω ότι η μοίρα μου είναι στα χέρια του Θεού, ότι η μοίρα της συζύγου μου είναι επίσης στα χέρια του Θεού και ότι εγώ δεν μπορώ να ελέγξω τη μοίρα της. Η κατάσταση της υγείας της, είτε θα αρρωστήσει είτε όχι, ή αν η ασθένειά της θα επιδεινωθεί, είναι όλα υπό την κυριαρχία του Θεού, και δεν σημαίνει ότι δεν θα αρρωστήσει αν μείνω στο πλευρό της και τη φροντίζω. Σε αυτό το σημείο, περνούσα κάθε μέρα δίπλα της και τη φρόντιζα, αλλά και πάλι είχε υψηλή πίεση, ζαλάδα και κινητική δυσκολία, έτσι δεν είναι; Συνειδητοποίησα ότι δεν καταλάβαινα πραγματικά την κυριαρχία του Θεού ούτε πίστευα ή υποτασσόμουν πραγματικά, και ότι, όσον αφορά την ασθένεια της γυναίκας μου, πάντα ήθελα να προσπαθήσω να την ελέγξω ο ίδιος και να απελευθερωθώ από την κυριαρχία του Θεού. Πόσο υστερούσα σε λογική! Κανονικά, θα ανέφερα μόνο λόγια και δόγματα, θα έλεγα ότι ο Θεός είναι κυρίαρχος πάνω στα πάντα, αλλά ο Θεός δεν είχε θέση στην καρδιά μου και δεν καταλάβαινα πραγματικά την κυριαρχία ή την εξουσία του Θεού, και όταν συνέβαιναν πραγματικές καταστάσεις, δεν είχα καθόλου μαρτυρία. Δεν πίστευα ότι η ασθένεια της γυναίκας μου ήταν στα χέρια του Θεού και δεν τολμούσα να την εμπιστευτώ στον Θεό. Είχα μήπως καθόλου αληθινή πίστη στον Θεό; Ο Θεός ελέγχει τα πάντα και είναι κυρίαρχος πάνω στα πάντα, και πόσο θα υποφέρει η γυναίκα μου, τι θα βιώσει, πόσες αναποδιές θα αντιμετωπίσει, αν η ασθένειά της θα επιδεινωθεί ή αν θα μείνει ανάπηρη, είναι όλα στα χέρια του Θεού. Εάν ο Θεός έχει ορίσει ότι η ασθένειά της θα επιδεινωθεί ή ότι θα μείνει ανάπηρη, τότε ακόμα κι αν μείνω στο πλευρό της, δεν θα μπορώ να κάνω τίποτα. Αν είναι γραφτό να μείνει ανάπηρη, θα μείνει ανάπηρη. Αν ο Θεός δεν έχει ορίσει ότι η ασθένειά της θα επιδεινωθεί ή θα της αφήσει αναπηρία, τότε ακόμα κι αν δεν είμαι εκεί να τη φροντίσω, η κατάστασή της δεν θα χειροτερέψει. Σκέφτηκα έναν διευθυντή νοσοκομείου που ήξερα κάποτε. Η σύζυγός του ήταν μια χαρά τη μια μέρα, αλλά την επομένη, ένιωσε αδιαθεσία και εισήχθη στο νοσοκομείο, και μετά από έναν έλεγχο, διαγνώστηκε με προχωρημένο καρκίνο. Αυτός ο διευθυντής ήταν καλός γιατρός, και παρόλο που έμεινε στο πλευρό της συζύγου του, ήταν ανίσχυρος, ώσπου τελικά εκείνη πέθανε εφόσον δεν έπιασε η θεραπεία. Ήταν, επίσης, ένας αδελφός που είχε συνεργαστεί μαζί μου. Ήταν 70 ετών. Είχε χάσει τη γυναίκα του, και τα παιδιά του δούλευαν αλλού. Μερικές φορές όταν ήταν άρρωστος, κανείς δεν ήταν εκεί στο πλευρό του, αλλά βασιζόταν στον Θεό για να πάρει μαθήματα, έκανε τα καθήκοντά του κανονικά, και παρέμενε υγιής. Έτσι είδα ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να ελέγξουν ούτε τη μοίρα τους ούτε τη μοίρα των άλλων. Η μοίρα όλων είναι στα χέρια του Θεού. Σκέφτηκα ξανά ότι η γυναίκα μου πιστεύει στον Θεό, που σήμαινε ότι όταν ήταν σε κακή κατάσταση ή όταν ήταν άρρωστη, προσευχόταν στον Θεό και αναζητούσε την αλήθεια, και μόνο με την καθοδήγηση και τη διαφώτιση των λόγων του Θεού μπορούσε η καρδιά της να βρει γαλήνη και σταθερότητα. Όσο καλά κι αν τη φρόντιζα εγώ, όταν ήταν άρρωστη, δεν μπορούσα να τη βοηθήσω. Έπρεπε να εμπιστευτώ την ασθένεια της γυναίκας μου στον Θεό και να προσβλέπω σε Αυτόν. Με την καθοδήγηση των λόγων του Θεού, σταμάτησα να ανησυχώ και να αγχώνομαι για την ασθένεια της γυναίκας μου, και η καρδιά μου ξαλάφρωσε και απελευθερώθηκε. Επίσης, η κατάστασή της βελτιώθηκε πολύ, και ήταν πρόθυμη να προσευχηθεί στον Θεό και να βασιστεί στον Θεό για να το βιώσει στην πράξη, και είπε ότι με υποστήριζε να βγω και να κάνω το καθήκον μου. Έτσι, έγραψα στους επικεφαλής και τους είπα ότι ήθελα να πάω και να κάνω το καθήκον μου.
Αργότερα, η υγεία της γυναίκας μου βελτιώθηκε λίγο, κι εκείνη συνειδητοποίησε ότι δεν είχε θέση για τον Θεό στην καρδιά της και ότι δεν πίστευε στην κυριαρχία Του. Δεν ήθελε να φύγω επειδή ένιωθε ασφαλής μόνο αν είχε εμένα ως στήριγμά της. Εκείνες τις μέρες που ήταν συχνά άρρωστη έκανε αυτοκριτική, και ήταν πρόθυμη να υποταχθεί στις ενορχηστρώσεις και τις ρυθμίσεις του Θεού, και να με υποστηρίζει όπου κι αν πήγαινα για να κάνω το καθήκον μου, χωρίς να θέλει να ανησυχώ για εκείνη. Είπε ότι θα προσευχόταν στον Θεό, θα βασιζόταν σε Αυτόν για να βιώσει τα λόγια Του, και θα επικεντρωνόταν στη ζωή-είσοδό της. Αργότερα, πήγα να επιβλέψω το ευαγγελικό έργο, και λίγο αργότερα, άκουσα ότι τα προβλήματα υγείας της γυναίκας μου είχαν βελτιωθεί πολύ και ότι έκανε το καθήκον της όσο καλύτερα μπορούσε.
Μέσα από αυτήν την εμπειρία, συνειδητοποίησα ότι έδινα υπερβολική σημασία στα αισθήματά μου και ότι, εξαιτίας τους, μπορούσα ακόμη και να αρνηθώ το καθήκον μου και να προδώσω τον Θεό. Αυτό έδειχνε ότι δεν αφοσιωνόμουν ούτε υποτασσόμουν στον Θεό. Είχα, επίσης, καταλάβει πώς να βλέπω την ασθένεια της γυναίκας μου, και ήμουν πρόθυμος να υποταχθώ στην κυριαρχία και τις ρυθμίσεις του Θεού, και να δώσω προτεραιότητα στο καθήκον μου να κηρύξω το ευαγγέλιο. Δόξα τω Θεώ για την αγάπη και τη σωτηρία Του!